Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ ΛΟΧΙΑ



ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΕΚΣΤΡΑΤΕΥΤΙΚΟ ΣΩΜΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ


Την στιγμή που ο κάματος από την πολύμηνη αντίσταση κατά των δυνάμεων του Άξονα είχε λυγίσει τις βρετανικές ελπίδες και καθώς οι ρωσικές μεραρχίες έβρισκαν δύσκολα, ανάμεσα στους χιλιάδες νεκρούς, τον δρόμο τους προς την Δύση, ο αφυπνισμένος υπερατλαντικός "γίγαντας" έσπευσε να δώσει το τελειωτικό χτύπημα στη φοβερή Βέρμαχτ.


Όταν τον Δεκέμβριο του 1941 ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Φραγκλίνος Ρούσβελτ, χαρακτήριζε την ανάμιξη της χώρας του στον πόλεμο ως την "μεγαλύτερη πρόκληση για την ίδια την ζωή, την ελευθερία και τον πολιτισμό", σαφώς γνώριζε πως είχε σημάνει η ώρα των θυσιών. Ο φρενήρης αγώνας δρόμου, στον οποίο είχαν επιδοθεί οι Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ από το 1939, όταν την ηγεσία τους ανέλαβε ο ικανότατος στρατηγός Μάρσαλ (George C. Marshall), έμπαινε πλέον σε νέα τροχιά. Η αξιοθαύμαστη επέκταση του στρατεύματος από 130.000 σε 8,3 εκατομμύρια μάχιμους άνδρες ήταν στην κυριολεξία ένα θαύμα, που επισκίαζε ακόμη και την θεαματική ανάπτυξη του Κόκκινου Στρατού. Στην άλλη άκρη της γης, στον μαινόμενο Ειρηνικό Ωκεανό, το Αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό και η Αεροπορία είχαν τον πρώτο λόγο. Εκεί, η ανυποψίαστη Ιαπωνία έπρεπε να αντιμετωπίσει μια άρτια μηχανή πολέμου που παρήγαγε αεροπλανοφόρα και αεροσκάφη σε απίστευτους ρυθμούς. Το 1943 ήταν η σειρά του Πεζικού, του Πυροβολικού και των Τεθωρακισμένων να αποδείξουν έμπρακτα την μαχητικότητά τους στα αιματοβαμμένα πεδία των μαχών της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης.

Το στοίχημα ήταν βαρύ. Εκτός από τις περιπτώσεις της 1ης και 9ης Μεραρχίας Πεζικού, της 82ης Αερομεταφερόμενης και της 2ης Τ/Θ Μεραρχίας, ο Αμερικανικός Στρατός που εισέβαλε στην Ευρώπη δεν είχε εμπλακεί σε κάποια μάχη. Οι άνδρες που στελέχωσαν το εκστρατευτικό σώμα για την δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μετώπου είχαν κατά μέσο όρο ηλικία 25 ετών, άριστη φυσική κατάσταση, τίτλο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (κατά 50%) και τριτοβάθμιας (κατά 10%), αλλά καθόλου πολεμική εμπειρία. Πέρα από την κυνική θετικότητα του γεγονότος ότι ένας "άκαπνος" μαχητής είναι πρόθυμος να διακινδυνεύσει περισσότερο από έναν βετεράνο, λόγω της άγνοιας του κινδύνου και του ενθουσιασμού που κυριαρχεί σε βάρος της λογικής, η απειρία του στρατεύματος απασχόλησε σοβαρά την ανώτατη διοίκηση.


Ο στρατηγός Μάρσαλ ανέλαβε την αρχηγία του Αμερικανικού Γενικού Επιτελείου την 1η Σεπτεμβρίου 1939, την ημέρα που θεωρείται ως έναρξη του Β΄ΠΠ, και παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου. Αποστρατεύτηκε τον Νοέμβριο του 1945.


Απέναντί τους οι Αμερικανοί βρήκαν σκληροτράχηλους Γερμανούς, που ήδη συμπλήρωναν 4 έτη πλήρους συμμετοχής σε μάχες, καλά δοκιμασμένους σε μια πλούσια ποικιλία όπλων και εξοικειωμένους με μέτωπα που παρουσίαζαν μια πληθώρα διαφορετικών κλιματολογικών και εδαφολογικών συνθηκών. Οι παράγοντες αυτοί δεν είναι καθοριστικοί μόνο του είδους των πολεμικών επιχειρήσεων που θα επιλεγούν και του τρόπου εφαρμογής τους, αλλά και των χρονοδιαγραμμάτων που θα πρέπει να τηρηθούν σε μια εκστρατεία, της οργάνωσης της επιμελητείας και της αμυντικής προπαρασκευής. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Γερμανοί επέδειξαν πολύ περισσότερες ικανότητες κατά την διάρκεια του αμυντικού τους αγώνα, όταν πια η πατρίδα τους βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης, παρά κατά την περίοδο της επιθετικής τους ακμής. Τους τελευταίους μήνες του πολέμου ελάχιστοι πολεμιστές της Wehrmacht πίστευαν στην τελική νίκη της Γερμανίας, ακόμη και οι αμετανόητοι όμως δεν εμφορούνταν από τον φανατισμό των πρώτων νικηφόρων ετών. Ωστόσο, οι "Ούννοι", όπως οι Σύμμαχοι αρέσκονταν να τους αποκαλούν, πολέμησαν μέχρι το τελευταίο φυσίγγιο με υποδειγματική γενναιότητα και επιμονή.



“Οι εννέα στους δέκα στρατιώτες δεν έχουν διάθεση να πολεμήσουν, δεν κατανοούν τι σημαίνει πόλεμος και αδρανούν εφόσον δεν διαταχθούν για κάτι συγκεκριμένο.”

λοχαγός Γουίλιαμ Ντιπί Διοικητής του Λόχου Α του 357ου Τάγματος Πεζικού


Η ανάμιξη της Αμερικής στον πόλεμο ήρθε ως αποτέλεσμα του αναπάντεχου εκβιασμού της 7ης Δεκεμβρίου 1941: βομβαρδίζοντας τον αμερικανικό στόλο στο Πέρλ Χάρμπορ, οι Ιάπωνες ουσιαστικά συνέδραμαν τις πολύμηνες προσπάθειες του Ρούσβελτ να αφυπνίσει την κοινή γνώμη της χώρας του. Η είσοδος των ΗΠΑ στον πόλεμο ανατάραξε τους συσχετισμούς και τις ισορροπίες δυνάμεων σε βάρος των Γερμανών. Ωστόσο, ο "περίπατος" που οι Αμερικανοί περίμεναν να κάνουν στα ευρωπαϊκά εδάφη έμελλε να βαφτεί με το αίμα χιλιάδων γενναίων ή μη ανδρών και να κοστίσει τέσσερις φορές περισσότερο από τον πιο σπάταλο προϋπολογισμό. Πόσο άραγε είχε βιαστεί ο Ουίνστον Τσώρτσιλ ανακράζοντας ενθουσιωδώς το περίφημο "επιτέλους νικήσαμε!" στο άκουσμα της τραγωδίας του Περλ Χάρμπορ;

ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΥ

Η απρόσμενα γρήγορη ήττα της Γαλλίας to 1940 σαφώς θορύβησε το Αμερικανικό Υπουργείο Πολέμου (War Department). Στις 26 Ιουλίου εκείνης της χρονιάς, στον απόηχο των γερμανικών πυροβόλων που λύγισαν τελικά την γαλλική άμυνα, η κυβέρνηση Ρούσβελτ αποφάσισε να αναδιοργανώσει το Γενικό Επιτελείο Ενόπλων Δυνάμεων και να υιοθετήσει ένα εντατικό και απαιτητικό προπαρασκευαστικό πρόγραμμα παρόμοιο με αυτό του Πεζικού για όλους τους νεοσύλλεκτους, ανεξάρτητα από το όπλο ή την υπηρεσία στα οποία τελικά θα υπηρετούσαν. Στόχος της βασικής αυτής εκπαίδευσης ήταν η εξοικείωση των ανδρών με τις συνθήκες πραγματικού πολέμου, την χρήση των όπλων και την απόκτηση της απαραίτητης φυσικής αντοχής, ώστε να μπορέσουν στο άμεσο μέλλον να αντεπεξέλθουν των προκλήσεων που θα συναντούσαν στο ευρωπαϊκό θέατρο των επιχειρήσεων.

Την άμεση εποπτεία του προγράμματος ανέλαβε ο στρατηγός ΜακΝέρ (Lesley James McNair), που από τον Απρίλιο του 1939 έως τον Ιούλιο του 1940 ήταν διοικητής της Σχολής Επιτελών (Command and General Staff College) στο Κάνσας. Τον Μάρτιο του 1942 τοποθετήθηκε στην θέση του αρχηγού Δυνάμεων Ξηράς (Army Ground Forces - AGF), με κύρια αποστολή την οργάνωση, ανάπτυξη και εκπαίδευση του Πεζικού, ώστε σε συνδυασμό με τα άλλα επίγεια όπλα να αποτελέσει την καρδιά της αμερικανικής πολεμικής μηχανής. Οι μέθοδοί του έμειναν παροιμιώδεις: χρήση πραγματικών πυρών κατά την εξάσκηση, εξομοίωση συνθηκών διαφόρων μετώπων, εξαντλητική ανάλυση του κορμού και των ρόλων των μεραρχιών και των συστατικών μερών τους κ.ά. Ουσιαστικά οι τακτικές μάχες και ο τρόπος που οι Αμερικανοί πολέμησαν στην Ευρώπη το 1943 - 1945 φέρουν την ανεξίτηλη σφραγίδα του άξιου αυτού άνδρα με την τραγική τύχη. Χωρίς ποτέ να του δοθεί η διοίκηση μιας μάχιμης μονάδας στην πρώτη γραμμή, παρά τις επιδιώξεις του, ο ΜακΝέρ πέθανε στην εμπόλεμη ζώνη στις 25 Ιουλίου του 1944 (πρώτη ημέρα της επιχείρησης Cobra) κοντά στο St. Lo από φίλια πυρά! Ήταν κατά την διάρκεια μιας επιθεώρησης ρουτίνας, όταν τα βομβαρδιστικά της 8ης Αεροπορικής Δύναμης (8th Air Force) έριξαν τις βόμβες τους στα τυφλά εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών. Αποτελεί τραγική ειρωνεία ότι ο γιος του, συνταγματάρχης Ντάγκλας ΜακΝέρ, πέθανε δύο εβδομάδες αργότερα από την σφαίρα ελεύθερου σκοπευτή στην Guam.



Ο αρχιστράτηγος Αϊζενχάουερ την εποχή που υπηρετούσε ως αρχηγός των Αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων (1945 - 1948). Αποτελεί ειρωνεία της τύχης ότι ο άνθρωπος που επιλέχθηκε να αναλάβει την αρχιστρατηγία εναντίον των Γερμανών είχε και ο ίδιος, μακρινή έστω, γερμανική καταγωγή! Οι προπάτορές του μετανάστευσαν από το Σάαρ της Γερμανίας στην Πενσυλβάνια της Αμερικής το 1741.


Ο φτωχά εξοπλισμένες Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ, που μέχρι το 1939 αριθμούσαν συνολικά περίπου 200.000 άνδρες, σταδιακά αναπτύχθηκαν σε ένα δυναμικό μηχανοκίνητο και συχνά αερομεταφερόμενο σώμα ικανό να επιχειρεί μακριά από την γεωγραφική του βάση, σε πρωτόγνωρα πολεμικά θέατρα ακραίων κλιματολογικών και εδαφικών συνθηκών, και να εξαπολύει ένα τρομακτικό φάσμα πυρός επιδεικνύοντας μια σπάνια ικανότητα μετακίνησης και ελιγμών. Στα τέλη του 1942 αριθμούσε περισσότερους από 5,4 εκ. ετοιμοπόλεμους άνδρες, από τους οποίους 2 εκ. ανήκαν στον Στρατό Ξηράς.

Τα προβλήματα που το Γενικό Επιτελείο καλείτο να επιλύσει εν όψει της εισβολής στην Ευρώπη μπορούν να ομαδοποιηθούν σε πέντε κυρίως κατηγορίες: α) αναβάθμιση της ποιότητας του έμψυχου δυναμικού, κατάρτιση των υπαξιωματικών και των αξιωματικών, και μετεκπαίδευση των ανώτατων διοικητών, β) παραγωγή ποιοτικού πολεμικού υλικού και εξοπλισμός των μονάδων με σύγχρονα και αξιόπιστα όπλα, γ) αναδιοργάνωση των μεραρχιών σε αυτοκινούμενα σχήματα μάχης ενισχυμένα με επίγειο και αντιαεροπορικό πυροβολικό ενσωματωμένα σε αυτές, δ) διασφάλιση άριστης εφοδιαστικής αλυσίδας (logistics) και μονάδων αναπληρώσεων των απωλειών και ε) εξύψωση του πολεμικού φρονήματος και δημιουργία ψυχολογικού κλίματος ανωτερότητας, έναντι ενός "απάνθρωπου εχθρού, πολιτιστικά και ηθικά κατώτερου των δυτικών κοινωνιών".

Η ΜΑΧΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΩΝ

Ο Αμερικανός που κλήθηκε να πολεμήσει στην Ευρώπη υπήρξε τέκνο μιας κουλτούρας πολύ διαφορετικής από την αντίστοιχη των Γερμανών και των Ρώσων μαχητών του Ανατολικού Μετώπου. Αυτή ακριβώς η διαφορετικότητα ήταν ο κυριότερος παράγοντας διαμόρφωσης των τόσο αντιφατικών συνθηκών ανάμεσα στα δύο μέτωπα: στο Δυτικό Μέτωπο ουδέποτε παρατηρήθηκαν οι αγριότητες και τα απάνθρωπα εγκλήματα που σημειώθηκαν στο Ανατολικό, παρά τις υπερβολικές απαιτήσεις του σε θυσίες ανθρώπων και υλικού. Ο μέσος Αμερικανός στρατιώτης προερχόταν από μια καπιταλιστικά δομημένη κοινωνία βασισμένη σε αρχές που ενέπνεαν τον σεβασμό στην ατομικότητα και την πίστη στην μοναδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Αντίθετα, οι υπηρετούντες στην Wermacht ή τον Κόκκινο Στρατό αντιμετωπίζονταν περισσότερο ως "υλικό" κατάλληλο (και υποχρεωμένο) να θυσιαστεί για την επίτευξη του υπέρτατου σκοπού, δηλαδή την τελική νίκη. Αλλά δεν θα πρέπει να υπερβάλλουμε. Οι Γερμανοί διοικητές, ιδίως οι ανήκοντες στα Waffen SS, συνδέονταν με τους άνδρες τους με δεσμούς απαράμιλλης συναδελφικότητας και ειλικρινούς στοργής, όπως και οι Αμερικανοί ομόλογοί τους. Ουδέποτε διέταξαν ανούσιες θυσίες ανδρών που βρίσκονταν στις διαταγές τους ή επιδίωξαν τον μέχρις εσχάτων αγώνα με ελαφριά καρδιά, αν δεν επρόκειτο να εξασφαλίσουν έτσι τεράστια στρατηγικά οφέλη για την πατρίδα τους ή αν δεν πιέζονταν ασφυκτικά από τον ίδιο τον Χίτλερ. Φυσικά υπήρξε και η περίπτωση των "αμετανόητων" διοικητών που ενεργούσαν με την πεποίθηση της τελικής νίκης, οπότε δεν φείδονταν θυσιών.

Αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι ο Αμερικανός μαχητής σε κάθε του βήμα, σε κάθε εμπλοκή που έθετε σε κίνδυνο την ζωή του, ακόμη και σε κάθε πρωτοβουλία που αποσκοπούσε στην βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής του στο μέτωπο, είχε με το μέρος του την προστατευτική ομπρέλα των ανώτερων και ανώτατων διοικητών, το πραγματικό ενδιαφέρον του Υπουργείου Άμυνας (War Department) και μια σειρά υπηρεσιών που, συχνά σε βάρος της επίτευξης ενός αντικειμενικού σκοπού, προέτασσαν την επιβίωσή του.



Ο Αϊζενχάουερ (καθιστός στο κέντρο) περιστοιχισμένος από στρατηγούς του. Δεύτερος από αριστερά, με το καλογυαλισμένο κράνος και το γνωστό αυστηρό του ύφος, κάθεται ο στρατηγός Πάτον.


Έχει πολλές φορές υποστηριχτεί η άποψη πως η τεχνολογική και ποσοτική υπεροχή των ΗΠΑ ήταν αυτά που χάρισαν στον Στρατό τους τις λαμπρές νίκες στην διάρκεια του πολέμου, ιδίως στην Ευρώπη. Πραγματικά, την περίοδο 1944 - 1945 η υλική υπεροχή των Αμερικανών έναντι της εξασθενημένης γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας υπήρξε καταλυτική. Ανάλογη ήταν και η υπεροχή σε έμψυχο δυναμικό. Αλλά αυτά από μόνα τους σαφώς δεν αρκούν για να αναβαθμίσουν την μαχητικότητα και αποτελεσματικότητα ενός στρατεύματος -έννοιες που συνδέονται άμεσα με την εκπλήρωση των αντικειμενικών στόχων σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και με τις ελάχιστες θυσίες και κόστος. Τον ουσιαστικότερο ρόλο στις μάχες που έλαβαν χώρα στην Ευρώπη, λοιπόν, έπαιξε η ατομική ανδρεία και η τεχνική κατάρτιση του μέσου Αμερικανού στρατιώτη της πρώτης γραμμής -παράγοντες που καλλιεργήθηκαν σταδιακά και με αντίτιμο την θυσία χιλιάδων ανδρών.

Η πολεμική απειρία που προαναφέρθηκε από μόνη της δεν μπορεί να δικαιολογήσει επαρκώς την απροθυμία των Αμερικανών στρατιωτών να πολεμήσουν, όπως αυτή καταγράφηκε σε εκατοντάδες αναφορές των αξιωματικών προς τα επιτελεία της μονάδας τους ή στις προσωπικές τους σημειώσεις. Συχνά η κόπωση και η συνεχής έκθεση σε αντίξοες καιρικές συνθήκες αποθάρρυναν τις εφόδους του πεζικού, που όλο και περισσότερο βάσιζε τις ελπίδες του στην υποστήριξη του πυροβολικού, καθώς η αεροπορία παρέμενε καθηλωμένη λόγω αντίξοων καιρικών συνθηκών (ιδίως κατά τις χειμερινές επιχειρήσεις του 1944 - 1945). Το πυροβολικό πράγματι δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει απλόχερα χιλιάδες τόνους οβίδων, προκειμένου να εξασφαλίσει στο πεζικό ιδανικές συνθήκες εφόδου ακόμη και σε επιχειρήσεις περιορισμένης κλίμακας με πενιχρά στρατηγικά πλεονεκτήματα. Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν αμφίβολο, αν σκεφτούμε την εκστρατεία στην καρδιά της Γερμανίας συνολικά. Γιατί μια τέτοια σπατάλη πυρομαχικών στέρησε στις αμερικανικές πυροβολαρχίες την δυνατότητα να επέμβουν σε περιπτώσεις πραγματικής ανάγκης.

Αν στην ιταλική χερσόνησο η αεροπορία έπαιξε τον σημαντικότερο ίσως ρόλο, στην κεντρική Ευρώπη ήταν το πυροβολικό που καθόρισε το είδος της μάχης. Το αμερικανικό δόγμα για την ισχύ πυρός διαμόρφωσε απόλυτα την εφαρμοζόμενη τακτική της εκστρατείας για την συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Οι πεζικάριοι δεν δίσταζαν να σταματούν την επίθεση και να επικαλούνται την συνδρομή του πυροβολικού τους αμέσως μόλις έπεφταν οι πρώτες σφαίρες. Αυτή η εξάρτηση κατάντησε σωστός βραχνάς για τους διοικητές των μεγάλων σχηματισμών γιατί έθετε την εξέλιξη της εκστρατείας εκτός χρονοδιαγράμματος. Χαρακτηριστική ήταν η αγανάκτηση του αντιστράτηγου Ντάλκουϊστ (John Ernest Dahlquist), διοικητή της 36ης Μεραρχίας Πεζικού, ο οποίος κυκλοφόρησε σε όλες τις μονάδες του μια εγκύκλιο όπου καυτηρίαζε την παθητικότητα του πεζικού. "Δεν μπορούμε να ατενίζουμε από μακριά τον βομβαρδισμό του εχθρού και να περιμένουμε πότε αυτός θα υποχωρήσει. Οι βομβαρδισμοί από μεγάλη απόσταση με βαριά πυροβόλα κατά μη προκαθορισμένων στόχων πρέπει να σταματήσουν." Λίγες μεραρχίες είχαν την σπάνια τύχη να συλλάβουν υψηλόβαθμους αξιωματούχους του Γ΄ Ράιχ, όπως η μεραρχία του Ντάλκουϊστ, που συνέλαβε τον ίδιο τον Γκαίρινγκ. Αλλά ακόμη και αυτή, τουλάχιστον κατά τις πρώτες φάσεις του πολέμου της στην Ευρώπη, παρουσίασε αρνητική διάθεση για ριψοκίνδυνες επιδόσεις.



“Οι μόνοι πραγματικοί στρατιώτες εδώ είναι οι συνταγματάρχες. Οι υπόλοιποι είμαστε απλοί πολίτες.”

από το ημερολόγιο του στρατιώτη Τσαρλς Φίλιξ


Η υποκατάσταση της χερσαίας εφόδου από τον βομβαρδισμό μεγάλης έκτασης δεν αφορούσε μόνο τους Αμερικανούς. Ανάλογες πρακτικές υιοθετούσαν και οι Βρετανοί, που εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού έδειχναν ιδιαίτερη σπουδή στην αποφυγή απωλειών. Αν σε αυτά προσθέσουμε την απροθυμία των απείθαρχων Γάλλων και την ξεκάθαρη, σε μεγάλο ποσοστό, άρνηση των Καναδών να πολεμήσουν, γίνονται αντιληπτοί οι λόγοι για τους οποίους ο πόλεμος διήρκεσε πολύ περισσότερο από ό,τι αρχικά υπολογιζόταν. Οι Αμερικανοί, όταν ενεργούσαν αμυντικά επιδείκνυαν ιδιαίτερο ζήλο, αλλά στην επίθεση υστερούσαν. Ο ταξίαρχος Μένοχερ (Pearson Menoher), διοικητής του XV Σώματος, στα μεταπολεμικά απομνημονεύματά του ανέφερε πως "οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν είχαν την αποτελεσματικότητα των Γερμανών, ούτε την διάθεση των Ρώσων να εξοντώσουν εκ του σύνεγγυς τον εχθρό". Ανάλογα ήταν τα σχόλια του συνταγματάρχη Τρίμπολετ (Harvey A. Tribolet), διοικητή του 22ου Συντάγματος Πεζικού: "Η έλλειψη επιθετικότητας στο Πεζικό έχει συχνά σχολιασθεί. Το σύστημά μας κάπου χωλαίνει. Ο τυφεκιοφόρος της πρώτης γραμμής τέσσερα πράγματα μπορεί να περιμένει: να φονευθεί, να πληγωθεί, να αιχμαλωτισθεί ή να καταβληθεί από υπερκόπωση". Ο λοχαγός Ντιπί (William Depei), διοικητής του Α Λόχου του 357ου Τάγματος Πεζικού, οδηγήθηκε στην θλιβερή διαπίστωση ότι το μόνο που έκανε ήταν να μετακινεί μέσα στην Γαλλία και την Γερμανία τις πυροβολαρχίες, προσθέτοντας πως "ακόμη και για αυτό χρειάζεται το πεζικό!"


5 Ιουνίου 1944: ο Αϊζενχάουερ στην Αγγλία εμψυχώνει τους άνδρες του 502ου Συντάγματος Αλεξ/στών της 101ης Αερομ/νης Μεραρχίας ("Screaming Eagles") λίγο πριν την επιβίβασή τους για να λάβουν μέρος στην πρώτη επιχείρηση στην ηπειρωτική Ευρώπη.


Τα πυροβόλα των 155 και 240 χιλ. με το μεγάλο βεληνεκές δύσκολα έπλητταν με ακρίβεια τους εχθρικούς στόχους. Τα βλήματά τους μπορούσαν να χτυπήσουν τις γερμανικές θέσεις σε απόσταση 35 χλμ. αλλά συνήθως επέλεγαν στόχους στην μισή απόσταση. Καθοδηγούμενα με χάρτες ή αναφορές αεροπλάνων, δύσκολα γνώριζαν τι και πού ακριβώς χτυπούσαν. Τα βλήματα έσκαγαν στα χωράφια της επίπεδης βελγικής ή γερμανικής γης με απόκλιση 50-60 μέτρων από το στόχο. Λαμβανομένης υπόψιν της απόστασης η απόκλιση αυτή θεωρείτο αρκετά μικρή, ωστόσο η βολή αποδεικνυόταν αναποτελεσματική εφόσον άφηνε ανέπαφο τον επιλεγμένο στόχο. Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνταν και στα γερμανικά πυροβόλα. Όμως αυτά έβαλλαν κατά ανυπεράσπιστων μαχητών που έπρεπε συνεχώς να προωθούνται σκάβοντας οι ίδιοι χαρακώματα για να προφυλάσσονται από τους βομβαρδισμούς, τα οποία αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν πριν τα αποτελειώσουν. Κατόπιν, καταλαμβάνοντας μια νέα τοποθεσία, η όλη διαδικασία επαναλαμβανόταν μονότονα και κοπιαστικά, μέχρι που οι εξουθενωμένοι στρατιώτες συνειδητοποιούσαν ότι από πολεμιστές είχαν καταντήσει σωστοί σκαφτιάδες.

Σύμφωνα με το αμερικανικό σύστημα, το μεσαίο πυροβολικό είχε ενσωματωθεί στις μεραρχίες πεζικού. Έτσι εξασφαλιζόταν η αμεσότητα του πυρός και η συνεργασία με τις επιτιθέμενες δυνάμεις. Κάθε μεραρχία βασικά διέθετε 3 μοίρες πεδινού πυροβολικού και 1 μεσαίου πυροβολικού. Σε κάθε μοίρα αναλογούσε μια βοηθητική πυροβολαρχία, εφοδιασμένη με 13 φορτηγά των 4,5 τόνων που μετέφεραν οβίδες και ανταλλακτικά. Η ευκινησία και η αμεσότητα δράσης που εξασφάλιζε αυτό το σύστημα ήταν αξιοζήλευτη. Με την δημιουργία των κέντρων κατεύθυνσης πυρός βελτιώθηκε αισθητά η συγκέντρωση και η ακρίβεια των βολών. Όταν οι επιλεγμένοι στόχοι απείχαν έως 15 χλμ. ήταν μάλλον απίθανο να μην κονιορτοποιηθούν. Και καθώς οι χειριστές δύσκολα σημείωναν απώλειες, η πολύμηνη εμπειρία των ίδιων ανδρών συντελούσε στην διαρκή βελτίωση των επιδόσεων. Ανάλογη επιτυχία σημείωσαν οι αντιαεροπορικές μονάδες. Σε τούτο βοήθησαν τα νέας τεχνολογίας ραντάρ μικροκυμάτων έγκαιρης προειδοποίησης (microwave early warning - MEW), που διαπίστωναν την ύπαρξη εχθρικών αεροσκαφών σε πολύ μεγάλες αποστάσεις. Τα ραντάρ SCR-584, επίσης, χρησιμοποιήθηκαν για τον εντοπισμό εγγύτερων στόχων. Έτσι το Αμερικανικό Πυροβολικό έγραψε τις ενδοξότερες σελίδες δόξας την περίοδο 1944 - 1945. Δεν έλειψαν βέβαια τα λάθη. Για παράδειγμα, τον Νοέμβριο του 1944, η 28η Πεδινή Πυροβολαρχία έριξε στο δάσος του Χούρτγκεν, νοτιοανατολικά του Άαχεν, 7.421 οβίδες από τις οποίες οι 6.520 στα τυφλά, χωρίς να προκαθοριστούν οι στόχοι.

Η έφοδος, ωστόσο, υπήρξε πάντα προβληματική. Στους άπειρους "σταυροφόρους" της άλλης όχθης του Ατλαντικού ήταν δύσκολο να γίνει κατανοητό πως, αν ήθελαν να επιβιώσουν από τα εχθρικά πυρά, έπρεπε διαρκώς να εφαρμόζουν την αρχή "πυρ και κίνηση". Ελάχιστοι πυροβολούσαν κατά την στιγμή της εφόδου και όσοι το επιχειρούσαν ήταν αμφίβολο αν θα έβρισκαν στόχο. Γενικά η χρήση των "μικρών" όπλων από τους Αμερικανούς ήταν απογοητευτική, σε αντίθεση με τους αριστοτέχνες της Wehrmacht. Ο λοχαγός Ρόμπινς σχολίασε: "Γνώριζα ότι οι Γερμανοί ήταν πολύ καλύτεροι χειριστές των μικρών όπλων." Ο λοχίας Πάτρικ Χένεσι παραδεχόταν πως "οι Γερμανοί ήταν πολύ πιο επαγγελματίες από εμάς".



Βαδίζοντας προς την Γερμανία, μέσα από την γραμμή Siegfried. Η αντίστροφη μέτρηση για το Γ΄ Ράιχ είχε αρχίσει.

Από την στιγμή της κατάταξης στο τάγμα μέχρι την ημέρα της πρώτης επαφής με τον εχθρό κανείς δεν είχε ποτέ περίσσευμα χρόνου για να διδάξει σχετικά τους νεοφερμένους, ώστε πάσχιζαν από μόνοι να αποκτήσουν την απαιτούμενη για την επιβίωσή τους γνώση. Όταν πάλι το εχθρικό πυροβολικό έβαλε εναντίον τους, οι επιτιθέμενοι πεζικάριοι δεν είχαν άλλη επιλογή από το να πέφτουν στο έδαφος για να προφυλαχθούν. Αλλά σε περίπτωση που η πυκνότητα των βλημάτων ήταν μεγάλη (φαινόμενο σπάνιο, γιατί οι Γερμανοί εκείνη την εποχή δεν διέθεταν αρκετά πυροβόλα στο Δυτικό Μέτωπο) ούτε αυτή η πρακτική μπορούσε να τους εξασφαλίσει την ζωή. Αυτό που διδάχθηκαν στην βασική εκπαίδευση ήταν να προσπαθούν να προσεγγίζουν τις εχθρικές γραμμές όσο το δυνατόν περισσότερο, ώστε να τεθούν έξω από το φάσμα πυρός των γερμανικών πυροβόλων και των ολμοβόλων -του "πυροβολικού του φτωχού". Αυτό δεν προϋπέθετε μόνο θάρρος και ψυχραιμία, αλλά και στοιχειώδη γνώση της τεχνικής της εφόδου με χρήση χειροβομβίδων, καπνογόνων και πυροβολώντας "κατά ριπάς", ώστε να διατηρηθούν ζωντανοί περνώντας μέσα από τα διασταυρούμενα καταιγιστικά πυρά των γερμανικών πολυβόλων.

Τα πολυβόλα MG42 ήταν πραγματικά αξεπέραστα σε ταχυβολία (1.200 β.α.λ.), ακρίβεια και αντοχή. Μπορούσαν να βάλλουν με μεγάλη πυκνότητα πυρός, χαρίζοντας στους κατόχους τους δυνατότητες κατά πολύ μεγαλύτερες από αυτές που δικαιολογούσε ο αριθμός τους. Μετά από τόσα χρόνια πολέμου, οι Γερμανοί γνώριζαν πως στον ορυμαγδό της μάχης ελάχιστοι είχαν την ψυχραιμία να χρησιμοποιήσουν τα ατομικά τους τυφέκια αποτελεσματικά. Τα πολυβόλα όμως έμαθαν να τα χειρίζονται με μοναδικό τρόπο, σχεδόν πάντα ανά ζεύγη: τοποθετώντας τα σε διάταξη σταυρωτή, το ένα έβαλε με τροχιοδεικτικά βλήματα λίγο ψηλότερα από τα κεφάλια των επιτιθέμενων, ώστε οι ριπές να γίνονται εύκολα ορατές και οι άνδρες να ξεθαρρεύονται να εφορμούν όρθιοι, ενώ το πλάγιο πολυβόλο σε δεδομένη στιγμή θέριζε τα κορμιά των Συμμάχων με μη τροχιοδεικτικά βλήματα, ώστε να μην εντοπίζονται. Το αποτέλεσμα ήταν τρομακτικό.



Γαλλία, Ιούλιος 1944: Οβιδοβόλο των 105 χιλ. βάλει κατά γερμανικών θέσεων.

Ένας ακόμη ανασταλτικός παράγοντας υπήρξε ο κίνδυνος για τους εφοδεύοντες να πέσουν θύματα φίλιων πυρών, καθώς το πυροβολικό τους σφυροκοπούσε απλόχερα τις γερμανικές θέσεις. Η ελαττωματικότητα των ασυρμάτων, είτε εξαιτίας της λάσπης και της υγρασίας, είτε λόγω της ανεπάρκειας των μπαταριών, καθιστούσε τις επικοινωνίες με τα μετόπισθεν προβληματικές. Λίγα λεπτά μετά την εκδήλωση μιας επίθεσης πεζικού το διοικητήριο συνήθως έχανε επαφή με τους επιτιθέμενους και κανείς δεν μπορούσε να ειδοποιήσει εγκαίρως το πυροβολικό να παύσει τις βολές του. Η προσωπική παρατήρηση με κιάλια ήταν πάλι αδύνατη λόγω περιορισμένης ορατότητας. Η ομίχλη ήταν θέμα καθημερινό, εκτός από τις ημέρες που έβρεχε ασταμάτητα. Οι επιτιθέμενοι έμοιαζαν με μουσκεμένα φαντάσματα κινούμενα μέσα σε ένα πηχτό, γαλακτόχρωμο πέπλο. "Ο καιρός συμμάχησε με τον Χίτλερ!" σχολίαζε απογοητευμένος ένας οπλίτης. Κατόπιν, μπορούσε να δει τους συντρόφους του να σηκώνονται μέσα από την λάσπη και να τρέχουν μπροστά, εκεί όπου τα γερμανικά πολυβόλα μέχρι πριν λίγο ξερνούσαν φωτιά και μολύβι.

Το να συγκρατήσει τους άντρες του και να τους πείσει να συνεχίσουν την έφοδο ήταν ζήτημα ικανοτήτων του κάθε υπαξιωματικού. Όλα εξαρτιόνταν από τον σεβασμό που αυτοί έτρεφαν για τους προϊσταμένους τους. Οι διμοιρίες σπάνια παρουσίαζαν χωρίς την παρότρυνση των υπαξιωματικών και των αξιωματικών τον απαιτούμενο φανατισμό και το πάθος, που ήταν αναγκαία για να διεξαχθεί με ορμή μια επίθεση. Όποτε κάποιος αγαπητός στην ομάδα συνάδελφος φονευόταν, επικρατούσε ολιγόωρη έξαψη και εκδικητική μανία, αλλά μόλις φονεύονταν οι πιο θερμόαιμοι οι υπόλοιποι ανακτούσαν την χαμένη τους λογική. Δεν ήταν λίγες οι φορές που ο διμοιρίτης διέταζε επίθεση τεντώνοντας το χέρι του μπροστά, μόνο για να δει τους άνδρες του να κοιτούν ακίνητοι -ή μάλλον πεσμένοι με την κοιλιά στο χώμα και με το κράνος μέχρι τα αυτιά. Γενικά, σε κάθε συμπλοκή την "βρώμικη" δουλειά την έκανε μια μικρή ομάδα θαρραλέων ανδρών, συνήθως νεοσύλλεκτων, που δυστυχώς σπάνια επιζούσε για να λάβει μέρος στην επόμενη επιχείρηση. Οι αντικαταστάτες ήταν επίσης νεοσύλλεκτοι, προερχόμενοι από την εφεδρεία, που διέθεταν το ίδιο πάθος με αυτό των φονευμένων, όμως δεν προλάβαιναν να αναπτύξουν ισχυρούς δεσμούς με τους υπόλοιπους. Αυτό αποδείχθηκε καταστρεπτικό: κανείς δεν ριψοκινδυνεύει εύκολα για κάποιον που δεν γνωρίζει, ούτε και θυσιάζεται εκδικούμενος τον θάνατο του ανθρώπου που γνώρισε μόλις πριν λίγες ώρες.



Ο στρατηγός Ομάρ Μπράντλεϋ, γιος δασκάλου από το Μισούρι, υπήρξε διοικητής του 2ου Σώματος Στρατού κατά την κατάληψη της Σικελίας και της 1ης Στρατιάς στην απόβαση της Νορμανδίας. Αργότερα τέθηκε επικεφαλής της 12ης Ομάδας Στρατιών.


Καθώς η μάζα των στρατιωτών παρέμενε στο περιθώριο των εξελίξεων, πρόσφερε δίχως να το αντιλαμβάνεται (πόσο μάλλον να το επιδιώκει) μια πολύτιμη υπηρεσία στους συναδέλφους που πολεμούσαν ηρωικά: έθεταν τον εαυτό τους για την επίτευξη της διασποράς των εχθρικών πυρών! Γενικά ήταν πολύ δύσκολο για έναν διοικητή να συντονίσει τους άνδρες του και να αποτρέψει την διστακτικότητα που τους κατακυρίευε. Δεν επρόκειτο για φαινόμενα μαζικής δειλίας με την αυστηρή έννοια του χώρου, ούτε για ανταρσία ή απειθαρχία. Περισσότερο ένστικτο αυτοσυντήρησης θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, που ωστόσο έθετε σε κίνδυνο την εξέλιξη των επιχειρήσεων.

Αλλά και υπαξιωματικοί πολλές φορές ένιωθαν αυτόν τον ανθρώπινο φόβο την στιγμή του χαλασμού στην καρδιά της μάχης, ακόμη και αξιωματικοί, που επιπλέον δύσκολα είχαν την ικανότητα να αναπτύξουν πρωτοβουλία από την στιγμή που έχαναν επαφή με το τάγμα. Οι οπλίτες σπάνια γνώριζαν πώς να διαβάζουν ένα χάρτη ή πληροφορούνταν από τους ανωτέρους λεπτομέρειες γύρω από τον αντικειμενικό τους σκοπό (σε αντίθεση με τους Βρετανούς, που ακολουθούσαν το σύστημα της λεπτομερούς ενημέρωσης). Μη γνωρίζοντας εκ των προτέρων το βαθύτερο νόημα και την σημασία μιας επίθεσης, δίχως καν να ξέρουν το γεωγραφικό στίγμα τους και την αποστολή της επόμενης ημέρας, δικαιολογημένα οι Αμερικανοί μάχονταν με φτωχές επιδόσεις. Το να πειστούν αυτοί οι ένστολοι "τουρίστες" να εγκαταλείψουν τα ορύγματα και να επιτεθούν στον εχθρό, επειδή έτσι διέταζαν οι στρατηγοί των μετόπισθεν (των οποίων συνήθως ούτε τα ονόματα δεν γνώριζαν) σίγουρα δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αλλά συνήθως έδειχναν εμπιστοσύνη στον λοχία τους, που την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αναδείχθηκε σε "μικρό στρατάρχη". Ο λοχίας υπήρξε ο "πατέρας" του μέσου Αμερικανού στρατιώτη, το ενσαρκωμένο ιδανικό του, η προσωποποίηση της ελπίδας. Δικαιολογημένα λοιπόν ο πόλεμος των Αμερικανών στην Ευρώπη ονομάστηκε "πόλεμος του Λοχία".

Κεντρική θέση σε κάθε ομάδα είχε και ο λοχαγός. Περισσότερο απόμακρος από τον λοχία, απόφοιτος συνήθως της μέσης ή ανωτέρας εκπαίδευσης (ενίοτε και της ανωτάτης), διέθετε την γνώση και τα προσόντα του ηγέτη. Πολύ νωρίς, όμως, οι στρατιώτες αντιλήφθηκαν πως το να πλησιάζεις τον άνδρα που συμβουλευόταν διαρκώς τον στρατιωτικό χάρτη ή χειριζόταν τον ασύρματο ήταν επικίνδυνο για την... υγεία τους! Γιατί συχνά κάποιος ελεύθερος σκοπευτής έβαζε στον στόχο του αυτόν τον αξιωματικό και δεν ήταν λίγες οι φορές που το λάθος της σκόπευσης του εχθρού το πλήρωνε με την ζωή του ο παρακείμενος απλός τυφεκιοφόρος.



Ο Ασημένιος Αστέρας (Silver Star) είναι το τέταρτο κατά σειρά σπουδαιότητας μετάλλιο των ΗΠΑ και απονέμεται σε όσους επέδειξαν απαράμιλλη ανδρεία και ηρωισμό στην μάχη. Κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων στην Δυτική Ευρώπη οι Αμερικανοί στρατιώτες της πρώτης γραμμής πικραίνονταν όταν έβλεπαν ανθρώπους που ουδέποτε έλαβαν μέρος σε μάχη να το φέρουν στο στήθος -μια αδικία, για την οποία ποτέ δεν δόθηκαν εξηγήσεις.


Καθώς η εκστρατεία προχωρούσε, οι Αμερικανοί αποκτούσαν πολύτιμες εμπειρίες, ώστε κατάφεραν σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα να μεταμορφωθούν σε πραγματικές πολεμικές μηχανές. Η μαχητικότητα των αερομεταφερόμενων μονάδων υπήρξε απαράμιλλη. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν κι άλλες, λιγότερο αξιοπρόσεκτες μονάδες, συντελώντας στην συμμαχική νίκη του 1945. Από τον Δεκέμβριο του 1944 αυτό που καθόρισε την τύχη του πολέμου δεν ήταν άλλο, από την ατομική ανδρεία και την αυτοθυσία των Αμερικανών στρατιωτών.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΜΕ ΤΑ ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΑ

Σε γενικές γραμμές οι Αμερικανοί ακολούθησαν την γνωστή Γαλλο-βρετανική τακτική εμπλοκής των τεθωρακισμένων: μετά την παύση του βομβαρδισμού των εχθρικών θέσεων από το πυροβολικό το πεζικό αναλάμβανε με την βοήθεια λίγων αρμάτων να διασπάσει τις προωθημένες οχυρώσεις των Γερμανών και στην συνέχεια ακολουθούσε ο κύριος όγκος των αρμάτων, που ξεπερνώντας το πεζικό φιλοδοξούσε να διεμβολίσει σε βάθος την αμυντική τους διάταξη. Αυτό σε γενικές γραμμές συνέβαινε σε επιθετικές ενέργειες μεγάλης κλίμακας, αλλά όταν επρόκειτο για περιορισμένες εμπλοκές η τακτική ήταν εντελώς διαφορετική. Το πεζικό ακολουθούσε τα άρματα φροντίζοντας να προστατευτεί πίσω από τον μεταλλικό τους όγκο και σπάνια προπορευόταν αυτών. Το αίσθημα ασφάλειας που τα τεθωρακισμένα χάριζαν στο πεζικό οφειλόταν στην ψευδαίσθηση ότι τα φοβερά αυτά χαλύβδινα "τέρατα" ήταν άτρωτα. Παραγνωριζόταν ασφαλώς μια σειρά μειονεκτημάτων απολύτως φυσιολογικών, όπως η περιορισμένη ορατότητα, η βραδύτητα ελιγμών, η ανάγκη ανεφοδιασμού με τεράστιες ποσότητες καυσίμων και πυρομαχικών (που κάποιος θα έπρεπε να μεταφέρει) και η συνεχής ανάγκη συντήρησης. Από την στιγμή που η επιθετική ορμή των Αμερικανών ανακόπηκε και η εκστρατεία εκφυλίστηκε σε ανούσιους, ως προς την στρατηγική, αυτοσχέδιους ελιγμούς γύρω από δευτερεύοντες στόχους, που ωστόσο κόστιζαν σε ζωές χιλιάδων ανδρών, η εμπιστοσύνη του πεζικού προς τα τεθωρακισμένα κλονίστηκε σημαντικά.

Όταν ένα τάγμα επιτίθετο, συνήθως δύο λόχοι του πραγματοποιούσαν την έφοδο κι ένας παρακρατείτο στα μετόπισθεν ως εφεδρεία. Σύμφωνα με τον κανονισμό, τα άρματα που προπορεύονταν έπρεπε κάθε τόσο να σταματούν και να πραγματοποιούν αναγνώριση του εδάφους, γεγονός που καθυστερούσε την ανάπτυξη της επίθεσης. Αυτό δεν ήταν μόνο εκνευριστικό, αλλά και επικίνδυνο, γιατί πίστωναν τον εχθρό χρόνο σκόπευσης. Σ περίπτωση που οι Γερμανοί προέτασσαν σθεναρή αντίσταση με αντιαρματικά ή τα επιτιθέμενα άρματα έπεφταν σε ναρκοπέδιο η επίθεση διακοπτόταν αυτόματα και υπαναχωρούσαν στα αρχικά σημεία εκκίνησης. Το πεζικό τότε έμενε ακάλυπτο στα εχθρικά πυρά. Μα κι αν η αντίσταση των Γερμανών δεν ήταν σθεναρή, στην ακμή της μάχης πεζικό και άρματα ήταν αδύνατο να συντονιστούν. Οι ασύρματοι των τεθωρακισμένων εξασφάλιζαν την επικοινωνία τους με το στρατηγείο, αλλά το πεζικό τις περισσότερες φορές δεν είχε ανάλογη δυνατότητα. Ενώ έπρεπε να προστατεύουν τα άρματα, εκτός φυσικά από τον εαυτό τους, οι Αμερικανοί στρατιώτες αδυνατούσαν να εστιάσουν την προσοχή τους στον εντοπισμό μαεστρικά καλυμμένων εχθρικών ομάδων οπλισμένων με τα περίφημα αντιαρματικά ατομικής χρήσης Panzerfaust. Έχει ειπωθεί πως εξαιτίας αυτού του εύχρηστου και οικονομικού όπλου ο πόλεμος διήρκεσε μήνες περισσότερο από ό,τι αναμενόταν. Πέρα από κάθε υπερβολή, τα Panzerfaust αποτελούσαν τον τρόμο των Αμερικανών αρματιστών. Μια δωδεκάδα τέτοιων στοιχείων ήταν συχνά δυνατόν να αναχαιτίσουν την προέλαση ολόκληρης μεραρχίας!

Την νύχτα τα αμερικανικά άρματα ποτέ δεν επιχειρούσαν. Αποσύρονταν αρκετά πίσω από την γραμμή του μετώπου για να εφοδιαστούν και να συντηρηθούν, αφήνοντας το βάρος της ευθύνης του μετώπου στις πλάτες του πεζικού. Την επόμενη αυγή έπαιρναν τον δρόμο για το μέτωπο -αν στο μεταξύ δεν είχε σημειωθεί μέσα στη νύχτα γερμανική αντεπίθεση, απωθώντας το αμερικανικό πεζικό πίσω στις θέσεις φύλαξης των αρμάτων. Επρόκειτο για έναν φαύλο κύκλο, που μέσα του περιέκλειε δεκάδες νεκρών.

Τα αμοιβαία παράπονα μεταξύ των υπηρετούντων στα τεθωρακισμένα και των οπλιτών πεζικού ποτέ δεν έπαψαν. Οι πρώτοι υποστήριζαν ότι η απροθυμία του πεζικού να ριψοκινδυνεύσει ήταν υπεύθυνη για την καθυστέρηση των προελάσεων και οι δεύτεροι ότι τα τεθωρακισμένα φοβούνταν υπερβολικά τις απώλειες. Μετά την λήξη των επιχειρήσεων της 3ης Στρατιάς στο Μετς, όπου ο στρατηγός Πάτον δεν άφησε πολλά περιθώρια ασυνεννοησίας μεταξύ των υπαγομένων σε αυτόν μονάδων, η έλλειψη εμπιστοσύνη του πεζικού προς τα άρματα συνεχώς διογκωνόταν. Η κατάσταση χειροτέρευε όποτε η πολύμηνη συνεργασία μιας μονάδας πεζικού με κάποιο συγκεκριμένο τάγμα Τ/Θ αναγκαζόταν να τερματιστεί, λόγω ανακατανομής των δυνάμεων. Εξέλειπαν έτσι οι δεσμοί που στο μεταξύ είχαν αναπτυχθεί μεταξύ των αξιωματικών των δύο όπλων των συγκεκριμένων μονάδων. Μέχρι να δημιουργηθούν ανάλογες σχέσεις μεταξύ των νεοφερμένων και των παλαιότερων, το ενδιαφέρον και η διάθεση συνεννόησης ήταν φυσικό να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα.



Άνδρες του 504ου Συντάγματος της 82ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας σε δάσος στην διάρκεια της μάχης του Βελγίου.


Άνδρες του 347ου Συντάγματος ΠΖ λαμβάνουν τροφή κοντά στο La Roche του Βελγίου. Οι αντίξοες καιρικές συνθήκες της χειμερινής περιόδου ταλαιπώρησαν βάναυσα τους Αμερικανούς, που κυριολεκτικά αποδεκατίζονταν από τα κρυοπαγήματα.


Από την άποψη της ποιότητας, τα αμερικανικά άρματα Sherman δεν ήταν ό,τι καλύτερο. Ακόμη και ο προηγμένος τύπος Μ4Α1Ε8 με το πυροβόλο των 76,2 χιλ. δεν θα μπορούσε να ανταγωνιστεί επάξια τα γερμανικά Tiger και Panther, γιατί διέθετε ασθενή θωράκιση (μέγιστη των 63,5 χιλ.) και εύκολα αναφλεγόταν από τις βολές των γερμανικών Panzer. Αντίθετα, το βλήμα ενός Sherman θα αναπηδούσε πάνω στην εμπρόσθια θωράκιση ενός Tiger και θα εξοστρακιζόταν. Έπρεπε συνεχώς να κυνηγούν τα γερμανικά άρματα ώστε να βάλουν εναντίον τους από τα πλάγια. Πιο αποτελεσματικά αποδείχθηκαν οι καταστροφείς αρμάτων Μ18 Hellcat, αλλά κι αυτά αδυνατούσαν να διατρήσουν την μετωπική θωράκιση των 150 χιλ. των γερμανικών Königtiger. Την κατάσταση, κατά υποδεέστερων σε θωράκιση στόχων, έσωζαν τα περίφημα άρματα Μ26 Persing με το ισχυρό πυροβόλο των 90 χιλ. Δυστυχώς λίγα από αυτά έλαβαν μέρος στις μάχες πριν το 1945. Η Ουάσιγκτον γνώριζε αυτές τις αδυναμίες, αλλά βασιζόταν στην συντριπτική υπεροχή της εγχώριας παραγωγής έναντι ενός οικονομικά διαλυμένου εχθρού. Οι πόροι των Αμερικανών ήταν πραγματικά ανεξάντλητοι. Η αναλογία σε άρματα μεταξύ αυτών και των Γερμανών ήταν 10 προς 1. Αυτό πολύ λίγο ενδιέφερε τα πληρώματα των αμερικανικών αρμάτων, που ήταν υποχρεωμένα να αντιμετωπίσουν εχθρικά ασύγκριτα καλύτερης ποιότητας. Γνωρίζοντας την ανεπάρκειά τους, δεν είναι άξιο απορίας γιατί στο πεδίο της μάχης τα πληρώματα εμφανίζονταν απρόθυμα. Οι επικεφαλής των ουλαμών έλαβαν διαταγή να μην επιβαίνουν στο πρώτο, όπως παλαιότερα συνηθιζόταν, αλλά στο τρίτο κατά σειρά άρμα.

Μπροστά στα επιβλητικά Tiger κάθε πεζικάριος ένιωθε τα γόνατά του να λυγίζουν. "Οι Γερμανοί χειρίζονταν εκείνα τα θηρία με καταπληκτική επιδεξιότητα και ακρίβεια" παραδεχόταν ο λοχαγός Ρόμπινς. "Ποιος είχε το ψυχικό σθένος να πλησιάσει αυτούς τους ατσάλινους γίγαντες και με τι θα μπορούσε να τους αχρηστεύσει; Οι επιπόλαιοι που προσπάθησαν δεν ξαναείδαν το σπίτι τους!" Η δυσκολία στην αντιμετώπισή τους είχε να κάνει με την τακτική των Γερμανών Γρεναδιέρων, που ακολουθούσαν στενά τα άρματα και τα προστάτευαν από τις ενοχλητικές προσπάθειες του εχθρού να τα καταστρέψει με χειροβομβίδες ή μπαζούκας. Το ευχάριστο για τους Συμμάχους ήταν πως τα περισσότερα γερμανικά άρματα αχρηστεύονταν από μόνα τους, εξαιτίας μηχανολογικών προβλημάτων, καθώς η φρενήρης παραγωγή τους δεν επέτρεπε την διενέργεια σχολαστικών ελέγχων πριν αυτά τεθούν στην διάθεση των μονάδων.

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια των αναγνωστών και οι απόψεις τους δεν υιοθετούνται αναγκαστικά από τον κάτοχο αυτού του blog.